Originally developed in French as altermondialisme, it has been borrowed into English in the form of altermondialism or altermondialization. It defines the stance of movements opposed to a neoliberal globalization, but favorable to a globalization respectful of human rights, the environment, national sovereignty, and cultural diversity.

Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΕΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ

>http://www.youtube.com/watch?v=5SCRlnyzBGU&feature=related

Τετάρτη 26 Μαΐου 2010

Σχόλιο στο άρθρο της εποχής : Οι δύο απόψεις εντός του Αριστερού Ρεύματος του Συνασπισμού

Σχόλιο στο άρθρο της εποχής

Η απόκλιση των απόψεων στο ρεύμα ανακλά μια διαφοροποίηση σε λεπτά στρατηγ
ικά ζητήματα. Υπάρχει πλήρη συμφωνία όσον αφορά την αναγκαιότητα της αλλαγής των συσχετισμών στο "διεθνικό" χώρο και η ουσία μοιάζει να βρίσκεται στη στρατηγική. Το κίνημα προηγείται του στρατηγικού του πλάνου ή το αντίστροφο; Κοινώς, μπλέχτηκαν η δομή με το εποικοδόμημα και δε ξεχωρίζουμε ποιο είναι τι. Η συζήτηση για το τι θα κάναμε αν είχαμε την εξουσία αποτελεί για ορισμένους συντρόφους τη βάση πάνω στην οποία θα δομηθεί ένα "σύγχρονο" αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Αρένα ταξικής πάλης ο εθνικός χώρος (οι περιφέρειες ή αλλιώς PIGS), επιδίωξη: η αλλαγή των συσχετισμών στον διεθνικό χώρο (ΕΕ) και επαγωγικά η μεγαλύτερη επιρροή στον τρόπο που θα ολοκληρωθεί πολιτικοοικονομικά από εδώ και εμπρός. Δηλαδή, η κλασική, η πανάρχαια συνταγή που πιάνει πάντα και παντού. Από την άλλη μεριά έχουμε τα εξής: το κίνημα δομείται και ύστερα θέτει τα επίδικα με άλλους όρους, με όρους περισσότερο ευνοϊκούς γι αυτό. Γιατί άλλο πράγμα είναι να λες "έξω από την ΟΝΕ" υπονοώντας μέσα σε μια άλλη ή στην ίδια σοσιαλιστική ΕΕ, κι άλλο να λες έξω από την ΟΝΕ χωρίς να υπάρχει κίνημα - συμφωνώντας με τα καπιταλιστικά κέντρα που θέλουν να σε πετάξουν έξω γιατί τους είσαι βάρος. Εδώ το κέντρο της κριτικής του μετα-ιμπεριαλιστικού συστήματος μετατοπίζεται από το τι πρέπει να γίνει τώρα, στο τι πρέπει να γίνει γενικά. Η άποψη δηλαδή του συντρ. Κορωνάκη ότι "δεν βοηθά"..."μια φαντασιακή συζήτηση περί του τι θα έπρεπε να κάνουμε αν είχαμε την εξουσία" με βρίσκει σύμφωνο διότι μόνο διαλεκτική δεν είναι η ανάλυση που βάζει έστω και καταχρηστικά στο "νου" την ιδέα ότι υπό αυτές τις συνθήκες θα μπορούσε η αριστερά να είναι στην εξουσία ή ότι τα επίδικα θα ήταν παρόμοια αν υπήρχε λαϊκό κίνημα με έντονη πολιτική έκφραση.

Σταύρος Ασβεστάς






Οι δύο απόψεις εντός του Αριστερού Ρεύματος του Συνασπισμού


Κυριακή, 11 Απριλίου 2010 14:10
εφημερίδα η Εποχή

Ο Συνασπισμός οδεύει ολοταχώς για το έκτακτο συνέδριό του. Ήδη, οι «Θέσεις - κορμός» έχουν ψηφιστεί από τη μεγάλη πλειοψηφία των μελών της ΚΠΕ, αλλά ως φαίνεται το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στις πολλές τροπολογίες - εκδοχές που έχουν καταθέσει μέλη του οργάνου. Ορισμένες μάλιστα από αυτές αποτελούν, στην ουσία, μια διαφορετική προσέγγιση για τα πλέον κρίσιμα ζητήματα, όπως η Ευρώπη, η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα κ.λ.π.
Οι διαφορές, μάλιστα, προέκυψαν και εντός της αριστερής πλειοψηφίας, που η συνοχή της δοκιμάζεται. Η «Εποχή» για να διευκολύνει τους αναγνώστες και αναγνώστριές της, να κατανοήσουν τις διαφορές, ζήτησε από δύο στελέχη του κόμματος, οι οποίοι ανήκουν στο Αριστερό Ρεύμα να παρουσιάσουν με συνοπτικό τρόπο τις απόψεις τους για τα θέματα αυτά. Απαντούν οι Τάσος Κορωνάκης και Δημήτρης Στρατούλης μέλη της Πολιτικής Γραμματείας του κόμματος.

Τάσος Κορωνάκης

Αν προσπαθούσαμε να κατηγοριοποιήσουμε τις διαφορετικές απόψεις ορίζοντας με κάποιο τρόπο και την ατζέντα του συνεδρίου θα αναγνωρίζαμε τρία βασικά πεδία.
Η κρίση, η απάντηση της αριστεράς και η θέση μας απέναντι στην Ε.Ε. Το κόμμα ως προς την δομή του και την εσωτερική λειτουργία, ως προς την δημόσια εικόνα του αλλά και ως προς τον προσανατολισμό του. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η στρατηγική της ενότητας της Αριστεράς
Το κείμενο που πλειοψήφησε στην ΚΠΕ προσπαθεί να απαντήσει στα παραπάνω πιάνοντας το νήμα από τις θέσεις, αλλά και το πνεύμα του 5ου συνεδρίου, της συμβολής στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, έχει μια έντονα αυτοκριτική ματιά, αξιοποιεί τα νέα στοιχεία της συγκυρίας και προσπαθεί να περιγράψει ένα συνεκτικό πολιτικό σχέδιο, πλήρως ανταγωνιστικό απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό.
1. Το κείμενο επικαιροποιεί τη σκληρή δομική κριτική μας απέναντι στην αρχιτεκτονική της Ε.Ε. και της ΟΝΕ, αναγνωρίζει την εσφαλμένη επιλογή στήριξης του Μάαστριχτ, αλλά συνεχίζει να θεωρεί την Ευρώπη ως πεδίο σύγκρουσης και προσπάθειας αλλαγής συσχετισμών με στόχο την επαναθεμελίωση της Ε.Ε. στην πορεία για το σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζει πως με την οικονομική κρίση όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά για την πορεία της Ε.Ε., αλλά επαναβεβαιώνει πως δεν είναι δικιά μας πολιτική επιλογή η έξοδος από αυτήν και εκτιμά πως είναι λάθος σε αυτή την συγκυρία να επιχειρούμε να κλείσουμε το θέμα μέσα από την υπόθεση του σοσιαλισμού σε μια χώρα. Και τούτο διότι κάθε ενδεχόμενο υπό τους παρόντες συσχετισμούς θα είναι επιζήμιο για τους εργαζομένους και δεν βοηθά την αλλαγή τους μια φαντασιακή συζήτηση περί του τι θα έπρεπε να κάνουμε αν είχαμε την εξουσία. Χρησιμοποιώντας τις προγραμματικές μας επεξεργασίες το κείμενο προσπαθεί να συγκροτήσει μια αριστερή αντιπρόταση για τη διέξοδο της χώρας από την κρίση θεωρώντας κρίσιμο στοιχείο το συντονισμό των αγώνων σε επίπεδο Ευρώπης. Τέλος η απάντηση στην ερώτηση ποιος ευθύνεται για την κρίση πρέπει να βοηθάει την πάλη για την αλλαγή των συσχετισμών και για την υπέρβαση του καπιταλιστικού συστήματος. Και τούτο γίνεται αναγνωρίζοντας μεν τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς αλλά αναδεικνύοντας τις επιλογές του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων της χώρας που μας οδήγησαν ως εδώ ώστε να δημιουργούμε μέτωπα πάλης που θα συσπειρώνουν τους εργαζόμενους στις μάχες του σήμερα.
2. Τα θέματα που αφορούν το κόμμα είναι πιο ώριμα (συμμετοχή γυναικών, ανανέωση όχι μόνο ηλικιακή, δημοκρατία και διαφορετικές απόψεις, δημόσια εικόνα, λειτουργία τάσεων). Το κείμενο επιχειρεί μια αναλυτική κριτική προσπαθώντας να αναδείξει πάγιες αδυναμίες και να θέσει το ερώτημα τι σημαίνει κόμμα των μελών και ποιός είναι αυτός ο άλλος τρόπος να κάνει η Αριστερά πολιτική προσπαθώντας να κινείται στο σήμερα με βάση το όραμά της για την αυριανή κοινωνία. Στην επόμενη ΚΠΕ μαζί με τον απολογισμό θα συζητήσουμε και ένα κείμενο ρυθμίσεων - κανόνων και ένα κώδικα δεοντολογίας για την παρουσία των στελεχών μας στα ΜΜΕ αξιοποιώντας το υπάρχον καταστατικό. Ταυτόχρονα, προτείνουμε σε ένα χρόνο να γίνει καταστατικό συνέδριο όπου θα μας δοθεί η δυνατότητα αναλυτικής συζήτησης για όλα τα ζητήματα δομής και λειτουργίας του κόμματος.
3. Τέλος όσον αφορά την ενότητα της Αριστεράς σήμερα απέναντι στα σκληρά μέτρα και τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης χρειάζεται να ανανεωθεί αυτή η στρατηγική μας τόσο στο επίπεδο του κινήματος όσο και στο πολιτικό επίπεδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ παρά τα προβλήματα παραμένει βασική μας επιλογή και το πραγματικό υποκείμενο ενότητας της Αριστεράς. Μια διαδικασία επανερμηνείας των αποφάσεων που ήδη έχουμε πάρει μόνο σύγχυση μπορεί να δημιουργήσει. Με βάση τις αποφάσεις και της 3ης Πανελλαδικής πρέπει να αποτελέσουμε την κινητήρια δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ συμβάλλοντας να δημιουργηθούν παντού τοπικές επιτροπές και παίρνοντας πρωτοβουλίες που θα αναδεικνύουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως την πιο πλατιά συσπείρωση δυνάμεων που θα συνδυάζει την ριζοσπαστικότητα στις προτάσεις με την κινηματική λογική, σημείο αναφοράς ενός πλατιού κινήματος αντίστασης, αλλά και αντιπρότασης για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Παράλληλα πρέπει να πάρουμε την ευθύνη για το άνοιγμα της συζήτησης για την Αριστερά του 21ου αιώνα. Αυτή η διαδικασία θα μπορούσε να είναι εκ των πραγμάτων ανασυνθετική χωρίς όμως να τραυματίζει την ενότητα, αλλά ισχυροποιώντας τον ΣΥΡΙΖΑ και έχοντας συνεχώς κατά νου την διεύρυνσή του.



Δημήτρης Στρατούλης


Η οικονομική κρίση μας υποχρεώνει να δώσουμε νέες απαντήσεις σε πολλά ζητήματα, όπως για την Ε.Ε.
1. Η Ε.Ε. είναι πεδίο ταξικών αγώνων αλλά όχι ουδέτερο. Απέναντι στους αγώνες των εργαζομένων αντιπαραθέτει όχι μόνο το σύνολο των κρατών - μελών της αλλά και τον ταξικά προσηλωμένο υπερεθνικό συντονισμό τους.
Η Ε.Ε., δομημένη πάνω σε συνθήκες που έχουν Συνταγματικά θεσμοθετημένο το νεοφιλελευθερισμό και τον καπιταλισμό δεν μετατρέπεται από Ένωση του κεφαλαίου σε Ένωση εξυπηρέτησης των εργαζομένων, παρά μόνον εάν συντελεστούν μεγάλες ανατροπές σε μία ή περισσότερες χώρες - μέλη της που θα ρηγματώνουν το σημερινό της πλαίσιο. Απαιτούνται σκληροί αγώνες σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να ανοίξουν δρόμοι για μία νέα διαφορετική προοδευτική ευρωπαϊκή ενοποίηση με ορίζοντα το σοσιαλισμό.
2. Η προώθηση και η εφαρμογή ενός έκτακτου προοδευτικού προγράμματος διεξόδου από την κρίση θα συγκρουστεί με τους κανόνες ΟΝΕ αλλά και της Ε.Ε.
Εάν η προώθηση ενός τέτοιου προγράμματος στην χώρα μας ή σε κάποια άλλη συμπέσει με ανάλογες εξελίξεις και σε άλλες χώρες, μπορεί να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ευρύτερες ανατροπές στην Ε.Ε σε προοδευτική κατεύθυνση. Εάν, όμως, μια κυβέρνηση χώρας και μάλιστα μικρής, όπως η Ελλάδα, βρεθεί μόνη της να προωθεί εναλλακτικό πρόγραμμα και αντιμέτωπη με όλο το υπερεθνικό μηχανισμό της ΟΝΕ και της Ε.Ε., που θα την πιέζει να μην το εφαρμόσει, τότε εκ των πραγμάτων θα βρεθεί σε στρατηγικό δίλημμα, εάν πρέπει να μείνει η να φύγει από την ΟΝΕ ή ακόμα και την ΕΕ, προκειμένου να εφαρμόσει το πρόγραμμα της. Το τι θα κάνει σ’ αυτή την περίπτωση θα καθοριστεί κυρίως από το συσχετισμό δυνάμεων σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.
3. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά στρώματα από την οικονομική κρίση και τι κυβερνητικές πολιτικές καθώς και η ανάγκη προώθησης ενός εκτάκτου προοδευτικού προγράμματος καθιστά ακόμα πιο επείγουσα τη διαμόρφωση της μεγάλης συμπαραταγμένης Αριστεράς με τη συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως των δυνάμεών της.
Ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν να αναλάβουν σοβαρές πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση. Οι ιδέες της κοινής δράσης και συνεργασίας της Αριστεράς πρέπει να είναι για εμάς πεδίο για επείγουσα και σοβαρή άσκηση πολιτικής με στρατηγικό ορίζοντα.
4. Οι θεωρητικές βάσεις του ΣΥΝ πρέπει να έχουν βασική αναφορά στο έργο του Μαρξ, των μετέπειτα διανοητών της Αριστεράς και των επαναστατικών κινημάτων, που το εμπλούτισαν δημιουργικά.
Στρατηγικός στόχος του ΣΥΝ πρέπει να είναι η ανατροπή των κυρίαρχων καπιταλιστικών σχέσεων και ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός, με προοπτική την κομμουνιστική κοινωνία.
Ο ΣΥΝ πρέπει να είναι κόμμα πρώτα απ’ όλα της εργατικής τάξης που αποτελεί τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων. Να υπερασπίζεται τους μικρομεσαίους αγρότες, τους αυτοαπασχολούμενους, τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που υφίστανται τις συνέπειες της δράσης των καρτέλ και των μεγάλων επιχειρήσεων. Για την ισότιμη θέση της γυναίκας, για τα δικαιώματα των νέων, της εργαζόμενης διανόησης, των συνταξιούχων, των οικονομικών μεταναστών και όλων των λαϊκών στρωμάτων.
Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν ενιαίοι κανόνες, σεβαστοί από όλους, που να διασφαλίζουν την ενιαία λειτουργία και δράση του ΣΥΝ. Χρειάζεται επίσης ένας κώδικας δεοντολογίας με δημοκρατικά και αξιοκρατικά κριτήρια, ώστε να διασφαλίζεται με συλλογική ευθύνη η ενιαία δημόσια εικόνα του κόμματος και η προβολή της πολιτικής του.
5. Ο ΣΥΡΙΖΑ συνιστά στρατηγική επιλογή του ΣΥΝ στα πλαίσια του σταθερού στόχου για τη συνεργασία και κοινή δράση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί «πολιτική συμμαχία» οργανώσεων, κινήσεων, συλλογικοτήτων και ανένταχτων αγωνιστών της ευρύτερης αριστεράς, που συμφωνούν στην από κοινού προώθηση των στόχων της «πολιτικής συμφωνίας» που έχουν συνομολογήσει, διατηρώντας παράλληλα την πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική τους αυτονομία. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ανακτήσει την ελπιδοφόρα προοπτική του θέτοντας κοινές προτεραιότητες με βάση τα προβλήματα που γεννά στα λαϊκά στρώματα η οικονομική κρίση. Σταθερή μας επιδίωξη είναι η ενδυνάμωση και η διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να βρίσκουν πεδίο κοινής δράσης αγωνιστές από την ριζοσπαστική Αριστερά, τον σοσιαλιστικό χώρο, την κομμουνιστική Αριστερά και την ριζοσπαστική Οικολογία. Επίσης η διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού συμβολαίου και η αποκατάσταση κλίματος συνεννόησης, αλληλεγγύης και συντροφικότητας μεταξύ των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ για τη συμπαράταξη όλης της αριστεράς.

Κυριακή 23 Μαΐου 2010

Το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα του IMMANUEL WALLERSTEIN

Το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα του IMMANUEL WALLERSTEIN

Σύμφωνα με πολλούς σύγχρονους μαρξιστές η αντίληψη που ερμηνεύει την κοινωνία στη βάση του εθνικού κράτους έχει καταρρεύσει και η υπόθεση πως υπάρχουν μεμονωμένες κοινότητες που ορίζονται από τα εθνικά κράτη αντικαθίσταται από μια άλλη που θέλει κάποιους τρίτους τρόπους ζωής από διεθνικά σχηματιζόμενους και διευρυνόμενους χώρους του κοινωνικού να ξεπερνούν πλέον τα υπάρχοντα σύνορα.

Διεθνικοί χώροι είναι κατά τον Βαλερστάιν οι χώροι μεταξύ των οποίων οι αποστάσεις τείνουν να πάψουν να υφίστανται. Είναι πρώιμες μορφές οργάνωσης διεθνικών παγκόσμιων κοινωνιών που δεν θα χαρακτηρίζονται μήτε από την ύπαρξη κράτους μήτε θεσμών. Η ανάπτυξη τους τίθεται σε ευθεία αντίθεση με τις γραφειοκρατίες των εθνικών κρατών. Αντικαθιστούν, σε πρωτόλειο επίπεδο τις μεμονωμένες κοινωνίες που διαχωρίζονται πλήρως μεταξύ τους με την δυναμική μιας αντίθετης εικόνας, ενός και μοναδικού παγκόσμιου συστήματος, στα πλαίσια του οποίου οι πάντες, κοινωνίες, επιχειρήσεις, κυβερνήσεις, τέχνες, κοινωνικές τάξεις, νυκοκοιριά, άτομα, υποχρεώνονται να ενταχτούν σε ένα και μοναδικό καταμερισμό εργασίας δια μέσω του οποίου θα προσδιορίζονται από εδώ και εις το εξής. Το ένα και μοναδικό παγκόσμιο σύστημα επιβάλλεται από την αναπαραγωγή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, καθώς ο καπιταλισμός είναι κατά Βαλερστάιν, παγκόσμιος βάση δικής του εσωτερικής λογικής και γι’ αυτό το λόγο ενυπάρχουν σε αυτή την διαμορφωθείσα νέα ποιότητα κοινωνικές ανισότητες.

Υπάρχει επομένως μια παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία με τα εξής χαρακτηριστικά:

Πρώτον, αποτελείται από μια και μοναδική αγορά, η οποία κυριαρχείται από την αρχή της μεγιστοποίησης του κέρδους.

Δεύτερον, υπάρχει μια σειρά κρατικών δομών με διαφορετική ισχύ τόσο εντός όσο και εκτός της εθνικής αγοράς. Οι δομές αυτές έχουν ως σκοπό τους την παρεμπόδιση της ελεύθερης λειτουργίας της καπιταλιστικής αγοράς προκειμένου να βελτιωθούν οι προοπτικές κέρδους συγκεκριμένης ομάδας ή ομάδων καπιταλιστών.

Τρίτον, βασικό στοιχείο της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας είναι κατά τον Βαλερστάιν «το γεγονός ότι η ιδιοποίηση της υπεραξίας λαμβάνει χώρα σε μια διαδικασία εκμετάλλευσης η οποία δεν αφορά δύο κοινωνικές τάξεις, αλλά περιλαμβάνει τρία επίπεδα: των κεντρικών χωρών, των ημιπεριφερειών και των περιφερειακών χωρών και περιοχών», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 111.)

Και ενώ από τη μια ο καπιταλισμός οικοδομεί ένα παγκόσμιο οικονομικό χώρο, τον χώρο της παγκόσμιας αγοράς παράλληλα η ανθρωπότητα παρακμάζει στα πλαίσια εθνικών κρατών, ταυτοτήτων, και μαζί της παρακμάζουν οι ιδέες της εθνικής ανεξαρτησίας και της καταγωγής. Εντός της μιας και μόνης παγκόσμιας οικονομίας όπως προαναφέραμε ενυπάρχουν και αναπαράγονται όλες οι αντιθέσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Εκεί οφείλεται ο χωρισμός του κοινωνικού χώρου σε τρία μέρη (κέντρο – ημιπεριφέρεια – περιφέρεια), σχήμα που αποτελεί μια ολοκλήρωση αντιφατική και εν γένει, μια συγκρότηση γεμάτη συγκρούσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα εμποδίων στην ολοκλήρωση της παγκόσμιας οικονομίας είναι οι αντι-δυτικές, αντί-νεωτερικές, φονταμενταλιστικές αντιδράσεις, το οικολογικό κίνημα και ο νεοεθνικισμός. Η κατάληξη της παγκόσμιας οικονομίας είναι κατά τον Βαλερστάιν η κατάρρευση του παγκόσμιου συστήματος.

Το λογικό σχήμα του Βαλερστάιν είναι μονόπλευρο και οικονομίστικο μια και προσδιορίζεται μόνο αλλά και οριστικά ως η θεσμοποίηση της παγκόσμιας αγοράς. Οι κριτικές που δέχεται το ανωτέρω θεωρητικό σχήμα αφορούν πρωτίστως το γεγονός ότι είναι αδύνατη η ερμηνεία και πόσο μάλλον, η εξέταση της ορθότητας της και ότι δεν θεσμοθετείται μια νέα ποιότητα καθώς από την εποχή του Κολόμβου διαφαίνεται τάση ενοποίησης της αγοράς. Τέλος, η επιχειρηματολογία του κινείται ευθύγραμμα κόντρα σε κάθε διαλεκτική αρχή.


Η μετά-διεθνής πολιτική : Ρόουζνο

Ανάμεσα στο θεωρητικό σχήμα του Βαλερστάιν και σε αυτό των εθνικών οικονομιών διαφαίνεται να υπάρχει τεράστια απόσταση. Ο Ρόουζνο έρχεται μεν σε διάσταση με τη σκέψη που βασίζεται στο εθνικό κράτος, δεν τοποθετεί δε στη θέση των πολύπλοκων σχέσεων των εθνικών κρατών ένα και μοναδικό σύστημα της παγκόσμιας αγοράς αλλά διακρίνει την διεθνή πολιτική σε δύο φάσεις: κατά την πρώτη περίοδο, η οποία έχει κλείσει τον κύκλο της, κυριαρχούσαν και μονοπωλούσαν την διεθνή σκηνή τα εθνικά κράτη. Τώρα, έχουμε μπει σε μια νέα φάση, «τη φάση της μετά-διεθνούς πολιτικής, η οποία επιβάλλει στα εθνικά κράτη, ως δρώντα υποκείμενα, να μοιράσουν το παγκόσμιο σκηνικό και την εξουσία με διεθνείς οργανισμούς, πολυεθνικά συγκροτήματα, καθώς και με πολυεθνικά κοινωνικά και πολιτικά κινήματα», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 113). Άλλωστε ο καθαρός αριθμός των διεθνών οργανώσεων αυξάνεται διαρκώς τα τελευταία χρόνια.

Το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο μετάβασης από την εποχή του εθνικού σε αυτή του μετά-εθνικού, σύμφωνα με τον Ρόουζνο, αποδεικνύεται πρώτο με τη δραστηριότητα του διεθνούς πολιτικού συστήματος και δεύτερο με το γεγονός ότι μονοσήμαντη δομή εξουσίας των ανταγωνιστικών εθνικών κρατών έχει αντικατασταθεί και συνεχίζει να αντικαθίσταται από μια πολυκεντρική κατανομή των εξουσιών, σε ένα πλήθος διεθνικών αλλά και εθνοκεντρικών δρώντων, οι οποίοι ενίοτε ανταγωνίζονται και ενίοτε συνεργάζονται μεταξύ τους.

Σ.Α. "Συσσώρευση, Παγκοσμιοποίση και οικονομική κρίση"

Παγκοσμιοποιημένος πλούτος και τοπική φτώχεια - Ζίγκμουντ Μπάουμαν

Παγκοσμιοποιημένος πλούτος και τοπική φτώχεια - Ζίγκμουντ Μπάουμαν

Η παγκοσμιοποίηση και ο εντοπισμός δεν αποτελούν δύο πλευρές, δύο πρόσωπα του ίδιου πράγματος. Είναι ταυτόχρονα δυνάμεις προώθησης και μορφές έκφρασης μια καινοφανούς πόλωσης και διαστρωμάτωσης του πληθυσμού σε όλο τον κόσμο ανάμεσα σε παγκοσμιοποιημένους πλούσιους και ντόπιους φτωχούς. Ορισμένοι κατοικούν σε ολόκληρο τον πλανήτη ενώ άλλοι είναι καθηλωμένοι στο χώρο τους, διαπιστώνει ο Μπάουμαν. Η νέα ποιότητα που ονομάζεται παγκοσμιοεντοπιότητα είναι μια ανακατανομή προνομίων και δικαιωμάτων, πλούτου και φτώχειας, ευκαιριών και έλλειψης ελπίδας, δύναμης και αδυναμίας, ελευθερίας και ανελευθερίας. Η παγκοσμιοεντοποιότητα είναι μια διαδικασία παγκόσμιας αναδιαστρωμάτωσης κατά την οποία οικοδομείται μια καινούρια, παγκόσμια, κοινωνικοπολιτισμική, αυτοαναπαραγόμενη ιεραρχία. «Η ελευθερία (προπάντων εμπορίου και κίνησης κεφαλαίων) είναι το θερμοκήπιο μέσα στο οποίο ο πλούτος αυξάνεται γρηγορότερα από ότι στο παρελθόν – και μόλις ο πλούτος αυξηθεί, τότε θα υπάρχει αρκετός για όλους, ισχυρίζονται οι παρηγορητές. Οι φτωχοί του κόσμου, οι νέοι και οι παλαιοί, οι κληρονομικοί και τα παράγωγα των υπολογιστών, δεν θα μπορούσαν να αναγνωρίσουν ξανά την αμφισβητούμενη θέση τους μέσα σε αυτό το φολκλόρ. Οι πλούσιοι παλαιότερα χρειάζονταν τους φτωχούς για να γίνουν και να παραμείνουν πλούσιοι. Τώρα δεν χρειάζονται πλέον τους φτωχούς», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 144).

Στο επίκεντρο του σχήματος του Μπάουμαν βρίσκεται η τάση ανεξαρτησίας των κοινωνικών τάξεων, κεφαλαίου – εργασίας (η όπως ορίζει ο ίδιος, σε μία διατύπωση μεγαλύτερου εύρους, πρώτου και δεύτερου κόσμου). «Οι κάτοικοι του πρώτου κόσμου ζουν σε ένα αιώνιο παρόν, ζουν μέσα από μια σειρά επεισοδίων τα οποία έχουν αποστειρωθεί με υγιεινό τρόπο τόσο από το παρελθόν όσο και από το μέλλον. Αυτοί οι άνθρωποι είναι διαρκώς απασχολημένοι και δεν έχουν «ποτέ χρόνο» επειδή καμιά στιγμή του χρόνου δεν είναι δυνατόν να διασταλεί – ο χρόνος φαίνεται να έχει «ξεχειλίσει»… Οι άνθρωποι του Δεύτερου Κόσμου λυγίζουν και καταπιέζονται κάτω από το βάρος του άφθονου και περιττού χρόνου, τον οποίο δε μπορούν να γεμίσουν. Στον δικό τους χρόνο «δεν συμβαίνει ποτέ τίποτα». Δεν «ελέγχουν» τον χρόνο – αλλά ούτε και αυτός τους ελέγχει, όπως γινόταν με τον απρόσωπο ρυθμό του χρόνου στο εργοστάσιο που επέβαλε το πέρασμα μπροστά από το μηχάνημα που χτυπιέται η κάρτα. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να σκοτώνουν το χρόνο τους, ακριβώς όπως και αυτός τους σκοτώνει αργά», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 147).

Κοντολογίς, οι κάτοικοι του πρώτου κόσμου ζουν μέσα στο χρόνο, ο χώρος δε σημαίνει γι αυτούς τίποτα αφού η απόσταση τείνει να εκμηδενιστεί. Οι κάτοικοι του Δεύτερου Κόσμου ζουν στο χώρο ό οποίος καθορίζει κατά τρόπο απόλυτο τον χρόνο. Ο άυλος χρόνος τους είναι άδειος, δεν διαθέτει καμιά εξουσία πάνω στον υπερβολικά πραγματικό χώρο.

Ελέγχοντας τους περισσότερους πόρους και επαγωγικά έχοντας τη μεγαλύτερη πολιτική ισχύ οι πλούσιοι δεν χρειάζονται πλέον τους φτωχούς για να παραμείνουν πλούσιοι ή για να γίνουν πλουσιότεροι. Οι φτωχοί απ’ την άλλη, δεν είναι καταναλωτές, δεν είναι ο εφεδρικός στρατός που πρέπει προετοιμάζεται για να επιστρέψει στην παραγωγή αγαθών, δεν μπορούν να πιέσουν, δεν μπορούν να αναλάβουν κανένα έλεγχο στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς η οποία τείνει να τους ξεράσει. Κυριότερη συνέπεια της παγκοσμιοποίησης σύμφωνα με τον Μπάουμαν είναι η παύση της οικονομικής και επαγωγικά και κοινωνικής σχέσης μεταξύ της φτώχειας και του πλούτου. Ο πληθυσμός της γης θα χωρίζεται σε παγκοσμιοποιημένους πλούσιους που κατανικούν το χώρο και δεν έχουν χρόνο και σε περιορισμένους σε συγκεκριμένους τόπους φτωχούς οι οποίοι είναι εγκλωβισμένοι στο χώρο τους και ακριβώς γι αυτό το λόγο αναγκασμένοι να σκοτώνουν το χρόνο τους. Οι νικητές και οι ηττημένοι της παγκοσμιοποίησης δεν συνδέονται με καμία σχέση ενότητας ή εξάρτησης, το προαιώνιο σχήμα δούλου – αφέντη καταρρέει.

Η θεωρία του Μπάουμαν είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα από την άποψη ότι είναι ένα εγχείρημα ερμηνείας νέων πραγματικοτήτων που απορρέουν από την νέα αυτή οικονομική και κοινωνική ποιότητα που ονομάζουμε παγκοσμιοποίηση. Αναντίρρητα, η παγκοσμιοεντοπιότητα οδηγεί σε μια πόλωση ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς σε παγκόσμιο επίπεδο. Πάραυτα, το σχήμα του Μπάουμαν σχετικοποιείται σε δύο σημεία.

Πρώτον, καταβάλει μια προσπάθεια να ενοποιήσει αυτό που στην παγκόσμια διακρατική πραγματικότητα καταρρέει ανεπίστρεπτα: Την ύπαρξη συγκεκριμένων οικονομικών και θεσμικών πλαισίων. Την αντίληψη που προστάσει κάτι που τείνει να εκλείψει αν δεν έχει ήδη εκλείψει: το γεγονός πως οι φτωχοί είναι δικοί μας φτωχοί και οι πλούσιοι είναι δικοί μας πλούσιοι. Δεύτερον, προκύπτει μια αδυναμία ορισμού των φτωχών με συγκεκριμένο τρόπο. Το κέντρο και η περιφέρεια δεν χωρίζονται με βάση τις διαφορετικές ηπείρους, αλλά συνυπάρχουν, αντιφάσκουν και περιπλέκονται ποικιλοτρόπως μέσα από συγκρούσεις εδώ και εκεί. Κοντολογίς, ο πρώτος κόσμος περιέχεται στον Τρίτο και τον Τέταρτο, όπως και ο Τρίτος και ο Τέταρτος περιέχονται στον Πρώτο. Η θεωρητική συζήτηση που διεξάγεται γύρω από τις ιδέες του Μπάουμαν αφορά ακριβώς τα βασικά ερωτήματα που αφήνει αναπάντητα. Γιατί και πως η παγκοσμιοποίηση καταργεί ακόμη και τα ελάχιστα κοινά χαρακτηριστικά που υπάρχουν ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς; Ο Μπάουμαν λαμβάνει ως προϋπόθεση πως σε αυτό το στάδιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης το σύστημα καταργεί την εργασία. Πρέπει να ανατρέξουμε στον Μαρξ και στη θεωρία της οργανικής σύνθεση κεφαλαίου προκείμενου να αξιολογήσουμε μια τέτοια υπόθεση. Πάντως ο καπιταλισμός χωρίς εργασία δεν είναι κατά τρόπο απόλυτο αντίθετος με τα μαρξιστικά πρότυπα.

H Εναλλακτική Παγκοσμιοποίηση

Άμεσες οικονομικοκοινωνικές απαντήσεις

Μια εκ των κυριότερων πολιτικών απαντήσεων στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι η συνεργασία των εθνικών κρατών. «Η συνεργασία των εθνικών κρατών σε πολιτικό επίπεδο πρέπει να οικοδομηθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να περιορίζονται ή να αποκλείονται οι «υπόγειες συναλλαγές», μέσω των οποίων οι παγκόσμιες επιχειρήσεις επιτυγχάνουν την ελαχιστοποίηση των φορολογικών τους εισφορών αλλά και τη μεγιστοποίηση των κρατικών εισφορών», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 258). Γίνεται σαφές δηλαδή ότι παγκοσμιοποίηση δεν σημαίνει εκ των προτέρων ότι τα πάντα επαφίενται στη δικαιοδοσία των δυνάμεων της αγοράς. Λόγω της παγκοσμιοποιητικής διαδικασίας αλλά και μέσω αυτής «μεγαλώνει η ανάγκη δημιουργίας συναινετικών διεθνών ρυθμίσεων, καθώς και διεθνών συμβάσεων και θεσμών που θα αφορούν τις δραστηριότητες εκείνες που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 259). Ο Όσκαρ Λαφοντέν, πρόεδρος του SPD, γενικεύει την ιδέα της διεθνούς συνεργασίας ακόμη περισσότερο: « Ακριβώς ότι ισχύει στα πλαίσια του εθνικού κράτους, αυτό πρέπει να ισχύει και για τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις: Η αγορά χρειάζεται ένα πολιτικό πλαίσιο αρχών», (Όσκαρ Λαφοντέν, στο Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 259).

Η απάντηση δηλαδή στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση βρίσκεται στην «αλληλοϋποστήριξη» που πρέπει να επιδείξουν τα εθνικά κράτη και όχι στην αναζήτηση ενός υπερεθνικού κράτους-γίγαντα, ούτε καν ενός παγκόσμιου κράτους. «Τα διεθνικά κράτη ενώνονται για να αποτελέσουν την απάντηση στην παγκοσμιοποίηση και κατ’ αυτό τον τρόπο αναπτύσσουν την περιφερειακή τους ανεξαρτησία και ταυτότητα δίπλα στα εθνικά χαρακτηριστικά. Είναι λοιπόν συνεργατικά και ταυτόχρονα ιδιαίτερα κράτη, ιδιαίτερα κράτη στη βάση των συνεργατικών κρατών», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 259). Κοντολογίς, ανοίγονται νέοι ορίζοντες αντίδρασης των μεταεθνικών κρατών στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση λόγω ακριβώς της διακρατικής ενότητας. Λόγου χάρη, μόνο οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες θα επιτρέψουν τον τερματισμό του καθεστώτος φορολογικού ντάμπινγκ και θα ξαναφέρουν τους «κατά φαντασίαν φορολογούμενους» πίσω στα ταμεία , έτσι ώστε όχι μόνο να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια κοινωνική και οικολογική Ευρώπη, αλλά να ξανακερδίσουν τη χαμένη ισχύ και δυνατότητα δράσης των μεμονωμένων κρατών. Το ερώτημα δηλαδή, γιατί επιβάλλεται τα κράτη να συνασπιστούν απαντάται εδώ με μια δόση κρατικού εγωισμού: Επειδή μόνο έτσι θα μπορέσουν να ανανεώσουν την κυριαρχία τους στα πλαίσια της παγκόσμιας κοινωνίας και αγοράς», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 263). Τα ανωτέρω γίνονται αντικείμενο κριτικής λόγω του ότι η ισχύς τους εξαρτάται από το αν η εξωτερική ανεξαρτησία των κρατών (έννοια κατά το πλείστον υποθετική) θα αντικαταστεί από την συμπεριληπτική κυριαρχία, δηλαδή, «αν η παραίτηση από τα δικαιώματα που είναι σύμφυτα με την κυριαρχία θα είναι μια διαδικασία παράλληλη με την ενίσχυση των δυνατοτήτων παρέμβασης στις πολιτικές εξελίξεις μέσα από τη διεθνή συνεργασία», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 268).

Μία εκσυγχρονιστική σκέψη επί της παγκοσμιοποίησης είναι ότι μια νέα κοινωνική πολιτική μπορεί να προσανατολιστεί στην κατεύθυνση της συμμετοχής της εργασίας στο κεφάλαιο. Δηλαδή θα αντικατασταθεί το μερίδιο της εργασίας στην αμοιβή από το μερίδιο στην ιδιοκτησία «(στο επενδυτικό κεφάλαιο, κέρδη και ζημιές) μέχρι και το παρακάτω όραμα: π.χ. ενώ η Mercedes και η Hoechst παράγουν σε όποιο σημείο του κόσμου είναι φθηνότερα, την ίδια στιγμή οι Γερμανοί ζουν ευχάριστα ως λαός επιχειρηματιών από τα ρευστοποιημένα τοκομερίδια και τις κερδοφόρες μετοχές σε όλο τον κόσμο», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 269). Μειονέκτημα της πολιτική αυτής είναι η σαφής οριοθέτησή της στο σύστημα εργασίας, καθώς ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, ακόμη κι όταν αυτός παρουσιάζεται με τη μορφή του «λαϊκού καπιταλισμού» έχει ανάγκη την ύπαρξη ενός μίνιμουμ άλλα όχι αμελητέου ποσοστού ανεργίας.

Επιπλέον μία, εκ των πλέον ολοκληρωμένων πολιτικών απαντήσεων στην διαδικασία της παγκοσμιοποίησης είναι η «οικοδόμηση και τελειοποίηση της κοινωνίας της γνώσης και της εκπαίδευσης, αύξηση - όχι περιορισμός - του χρόνου επαγγελματικής εκπαίδευσης, χαλάρωση ή και διακοπή του αυστηρού προσανατολισμού της εκπαίδευσης σε συγκεκριμένες θέσεις εργασίας και κατηγορίες επαγγελμάτων και αναπροσανατολισμός της στην κατεύθυνση απόκτησης δεξιοτήτων-κλειδιών που διευρύνουν τον επαγγελματικό ορίζοντα. Ο όρος «δεξιότητες-κλειδιά» δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται μόνο ως «ευελιξία» ή «δια βίου εκπαίδευση», διότι εμπεριέχει και τον κοινωνικό ανταγωνισμό, την ικανότητα ομαδικής δουλείας, την ικανότητα να ανταπεξέρχεται κανείς σε συγκρούσεις, την κατανόηση των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων, τη δικτυωμένη σκέψη, τη συμφιλίωση με τις ανασφάλειες και τα παράδοξα της Δεύτερης Νεοτερικότητας», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 270-271).

Παρότι η είσπραξη των φόρων είναι η βάση της εξουσίας του εθνικού κράτους, οι κυρίαρχοι μπορούν να την υποσκάπτουν ζώντας εκεί όπου είναι πιο όμορφα και πληρώνοντας φόρους εκεί όπου είναι φθηνότερα. Η αναντιστοιχία αυτή θα επιλυθεί όταν η «χωρίς σύνορα αυτοπραγμάτωση του κεφαλαίου θα συνδεθεί: πρώτον με τόπους, δεύτερον με προϊόντα. Ακόμη και το ρευστό κεφάλαιο πρέπει να «εγκατασταθεί» κάπου – να συνδεθεί με τοπικούς πολιτισμούς, εκπληρώνοντας ταυτόχρονα το νομοθετικό-πολιτικό πλαίσιο που αυτοί θέτουν, κάτι το οποίο σημαίνει επίσης: Να δικαιολογήσει την ύπαρξη και λειτουργία του μέσα σε αυτούς, να παραγάγει αγαθά και υπηρεσίες που θα αγοράζουν οι άνθρωποι, δηλαδή θα μπορούν ακόμα και να τα επιλέγουν», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 273).

Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις απειλούν την κρατική κυριαρχία λόγω του ότι μπορούν να στερήσουν από την κοινωνία τους υλικούς της πόρους. Τέτοιοι είναι οι φόροι (όπως είδαμε παραπάνω), το κεφάλαιο και οι θέσεις εργασίας. Μια πρόταση έτσι ώστε να ανταποκριθεί η κοινωνία στη στέρηση θέσεων εργασίας είναι η δημόσια εργασία ή η εργασία των πολιτών. Πρόκειται για εργασία που έχει σκοπό τη βοήθεια προς τους ηλικιωμένους, τους αναξιοπαθούντες, τους αναλφάβητους, τους άστεγους, τους αποκλεισμένους, αλλά και εργασία επικεντρωμένη σε οικολογικούς σκοπούς κ.α. Για να θεωρηθεί ελκυστική εναλλακτική πρόταση η δημόσια εργασία θα πρέπει να διέπεται από εθελοντικότητα ή αυτοοργάνωση και να αποτελεί μία δημόσια δαπάνη. Τα χρήματα θα προέρχονται από την κοινωνική πρόνοια και τα επιδόματα ανεργίας καθώς οι άνεργοι θα έχουν τη δυνατότητα να να επιλέξουν είτε να παραμείνουν άνεργοι είτε να ενεργοποιηθούν εθελοντικά προσφέροντας δημόσια εργασία. Μειονεκτήματα της δημόσιας εργασίας είναι η δημιουργία πολιτικής εξάρτησης εργαζομένων και κομμάτων ή δημοτικών αρχών καθώς και ανταγωνισμού μεταξύ των μορφών δημόσιας εργασίας αλλά και των μορφών δημόσιας εργασίας και εργασίας με σκοπό το βιοπορισμό. Συνεπώς προκύπτουν ποικίλες συγκρούσεις λόγω τριβών και αποκλεισμών.

Μια ακόμη αλλαγή που επιφέρει η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι ο μαρασμός του έθνους-εξαγωγέα. Η σημασία της έννοιας του μαρασμού του έθνους-εξαγωγέα αποδίδεται επαρκώς στο γεγονός ότι: «οι χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας, σύντομα δε ακόμη και η Κίνα, θα είναι σε θέση να παράγουν το ίδιο καλά και φθηνότερα αυτά που ήταν μέχρι σήμερα το σήμα κατατεθέν της Γερμανίας: αυτοκίνητα, μηχανολογικό εξοπλισμό, ψυγεία», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 279). Εκείνο που πρέπει να κάνουν οι ανεπτυγμένες οικονομίες λοιπόν, ώστε να διατηρήσουν την κυριαρχία τους στην περίοδο της Δεύτερης Νεοτερικότητας είναι να αποκτήσουν νέες διαφοροποιήσεις. Οι διαφοροποιήσεις αυτές θα μπορούσαν να αφορούν, την ανάπτυξη οικολογικών προϊόντων, «την ανάπτυξη υψηλά εξατομικευμένων προϊόντων και υπηρεσιών καθώς και των αντίστοιχων μεθόδων εργασίας και παραγωγής, που από την πλευρά τους είναι πιθανά αποτέλεσμα έντασης εργασίας, σε κάθε περίπτωση όμως πρέπει να είναι περισσότερα εντατικά όσον αφορά την εργασία (διότι η εξατομίκευση των προϊόντων και της παραγωγής είναι το αντίθετο της αυτοματοποίησης της παραγωγής), την αποφυγή επικίνδυνων αγορών, την επανα-περιφερειοποίηση των αγορών μέσω της μείωσης των επιδοτήσεων που εξασφαλίζουν το χαμηλό κόστος μεταφοράς και τέλος, «το ξεπέρασμα των εμποδίων που ορθώνονται στο δρόμο για την πολιτισμική ομογενοποίηση, τα οποία καθιστούν το έθνος-εξαγωγέα γελοία ακατάλληλο μοντέλο σε σχέση με την πολυμορφία της παγκόσμιας κοινωνίας», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 284).

Τέλος, διαφαίνονται τέσσερις διαφορετικές διαστάσεις του κοινωνικού αποκλεισμού (απόρροια της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης) που αντιμετωπίζονται με τη δημιουργία ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου. Οι διαστάσεις αυτές είναι: το γεγονός ότι ανοίγει η «ψαλίδα» ανάμεσα στα εισοδήματα. «Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης ισχύουν τα εξής: Πρώτο, η εργασία γίνεται διαρκώς φθηνότερη. Το κεφάλαιο γίνεται ολοένα πιο λίγο και πιο ακριβό», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 293). Δεύτερο, η ανεργία και η φτώχια αγγίζουν όλο και πιο πολλές ομάδες έστω και περιστασιακά. «Στις βιομηχανικές χώρες της Δύσης δημιουργείται ένα καινούριο «λούμπεν προλεταριάτο» (Μαρξ), μια κατηγορία αποκλεισμένων η οποία μεγαλώνει συνεχώς», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 295). Τρίτο, «η φτώχια και η ανεργία ακολουθούν ολοένα και λιγότερο τα στερεότυπα των κοινωνικών τάξεων και για το λόγο αυτό είναι δυσκολότερο να χαρακτηριστούν και να μετασχηματιστούν σε πολιτική δύναμη. Δεν είναι η ανεργία η μοναδική πύλη που οδηγεί στη φτώχεια και τον κόσμο των αστέγων, αλλά υπάρχουν και άλλες, όπως για παράδειγμα, ένα διαζύγιο, μια ξαφνική ασθένεια, η διαμαρτυρία ενός δανείου ή μιας δόσης για ένα σπίτι που έχει αγοραστεί με χρηματοδότηση», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 294). Τέταρτο, αυτό που παλιά χαρακτηριζόταν ως πεπρωμένο της τάξης αντιμετωπίζεται από τον σύγχρονο-εξατομικευμένο άνθρωπο σαν προσωπικό πεπρωμένο. Για την αντιμετώπιση των ανωτέρω, προτείνεται η οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου που θα περιλαμβάνει: «την δημιουργία και την ανάπτυξη βασικών διασφαλίσεων, την ενίσχυση των κοινωνικών δικτύων πρόνοιας και αυτοοργάνωσης», (Ούρλιχ Μπεκ, Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, σελ. 297), και εν γένει την διασφάλιση ότι θα τεθούν και θα διατηρηθούν ζωντανά στα κέντρα της παγκόσμιας κοινωνίας των πολιτών τα ερωτήματα που έχουν να κάνουν με την οικονομική και κοινωνική δικαιοσύνη σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η αντισυστημική προσέγγιση

Σύμφωνα με μία άλλη αντισυστημική προσέγγιση, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρησιμεύσει η σημερινή νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση ως αντικειμενική βάση για την οικοδόμηση μιας νέας δημοκρατικής κοινωνίας. Η τελευταία, προϋποθέτει τη δημιουργία ριζικά νέων (αυτόνομων) οικονομικών και πολιτικών δομών. Δηλαδή, έναν συνολικό κοινωνικό και οικονομικό μετασχηματισμό. Καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία του κοινωνικοοικονομικού μετασχηματισμού «μπορούν να διαδραματίσουν κυρίως οι αυτοδιαχειριστικές μορφές οργάνωσης των οικονομικών μονάδων, με την προϋπόθεση ότι οι εναλλακτικές αυτές μορφές δεν αποτελούν μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά θα εντάσσονται σε ένα ευρύτερο σχέδιο μετασχηματισμού και ριζικής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας, η οποία δε θα περιορίζεται μόνο σε εθνικό και τοπικό πλαίσιο, αλλά θα έχει και αυτό είναι το σημαντικότερο, περιφερειακή και διεθνή διάσταση», Η. Νικολόπουλος και Σ. Σπυριούνη, Οικονομική της Διοίκησης, σελ. 83.

Εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης και Μετά-μαρξισμός

Προσφάτως, διατυπώθηκαν δύο είδη νέο-ορθόδοξων Μαρξιστικών προσεγγίσεων πάνω στο θέμα της παγκοσμιοποίησης: Η προσέγγιση της «υπερεθνικής καπιταλιστικής τάξης» και η αντίληψη της παγκοσμιοποίησης ως «αυτοκρατορίας». Και οι δύο αυτές προσεγγίσεις ασκούν σκληρή κριτική στην οικονομικοτεχνική προσέγγιση στη βάση του ότι «η τελευταία όχι μόνο δε βλέπει το προφανές γεγονός ότι οι διάφορες διαδικασίες παγκοσμιοποίησης που λαμβάνουν χώρα αυτή τη στιγμή είναι πραγματικές, αλλά ακόμη χαρακτηρίζει ανόητα την παγκοσμιοποίηση ως ένα είδος ιδεολογίας», (Τάκης Φωτόπουλος, Παγκοσμιοποίηση και Αριστερά, Ελευθεροτυπία, 03/09/2002).

ΗηηξιοξκΗΗΗΚΓγγΥΓΓΓ

Η προσέγγιση της υπερεθνικής καπιταλιστικής τάξης βλέπει την παγκοσμιοποίηση ως ένα νέο φαινόμενο που αποτελεί συνέπεια μια σειράς τεχνολογικών, οικονομικών, πολιτικών και πολιτιστικών-ιδεολογικών καινοτομιών. Κινητήριος δύναμη που προκάλεσε τις ανωτέρω αλλαγές είναι, σύμφωνα με την άποψη αυτή, η ανάδυση κατά τον εικοστό αιώνα, των πολυεθνικών επιχειρήσεων που είναι επιχειρησιακές μορφές ριζικά διαφορετικές από τις επιχειρήσεις του παρελθόντος.

Αντίστοιχα, σύμφωνα με την αντίληψη της παγκοσμιοποίησης ως αυτοκρατορία των Hardt και Negri, η παγκοσμιοποίηση δεν καθιερώνει κάποιο εδαφικό κέντρο εξουσίας ούτε στηρίζεται σε σταθερά σύνορα. «Είναι ένας αποκεντρωμένος μηχανισμός εξουσίας που προοδευτικά ενσωματώνει το σύνολο του πλανητικού χώρου μέσα στα ανοιχτά και διαρκώς επεκτεινόμενα σύνορα του, πράγμα που αποκλείει την αντίληψη περί «κακής» Αμερικής και «καλής» Ευρώπης.

Αξιοπερίεργο είναι το γεγονός ότι και οι δύο αυτές προσεγγίσεις της φύσης της παγκοσμιοποίησης καταλήγουν να αναπαραγάγουν τα μεταρρυθμιστικά συμπεράσματα. Οι Hardt και Negri λοιπόν, προτείνουν την «επιστροφή σε κάποιο είδος διεθνούς κρατισμού που θα έλεγχε την παγκοσμιοποίηση εξασφαλίζοντας την ελεύθερη κίνηση εργασίας, ένα κοινωνικό μισθό και εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα για όλους, ελεύθερη πρόσβαση στις πηγές γνώσεις, πληροφοριών, επικοινωνιών κ.λπ.», (Τάκης Φωτόπουλος, Παγκοσμιοποίηση και Αριστερά, Ελευθεροτυπία, 03/09/2002). Οι Hardt και Negri, θεωρούν την παγκοσμιοποίηση ευπρόσδεκτη, «ως μια αντικειμενική βάση στην οποία θα μπορούσε να χτιστεί μια (ασαφής) «εναλλακτική παγκοσμιοποίηση», (Τάκης Φωτόπουλος, Παγκοσμιοποίηση και Αριστερά, Ελευθεροτυπία, 03/09/2002).

Όπως είναι γνωστό, ο Μαρξ υποστήριξε ότι οι δύο βασικές τάξεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι η αστική τάξη και το προλεταριάτο. Ο Negri και ο Hardt τοποθετούν στη θέση της κατηγορίας (της έννοιας) αστική τάξη την αυτοκρατορία και στη θέση της κατηγορίας του προλεταριάτου εκείνη του πλήθους. Οι ανωτέρω διανοητές δεν θα μπορούσαν να προτείνουν αυτές τις ριζικές τροποποιήσεις των αρχικών κατηγοριών του Μαρξ εάν αυτές δεν είχαν μπει ήδη σε μια ιστορική κρίση. Σ' ότι αφορά την αστική τάξη: ο τρόπος καπιταλιστικής παραγωγής αναπαράγεται σήμερα με μια κυρίαρχη τάξη που δεν έχει πια τα χαρακτηριστικά της κλασικής αστικής τάξης. Διαφαίνεται η δημιουργία κάποιου είδους μετα-αστικού καπιταλισμού. Σ' ότι αφορά το προλεταριάτο: η παλιά εργατική τάξη των κεντρικών ιμπεριαλιστικών χωρών φαίνεται τώρα πια ότι στρατηγικά ενσωματώθηκε, ενώ νέα κοινωνικά, εκμεταλλευόμενα υποκείμενα, όπως οι φτωχοί μετανάστες ή οι εποχικοί ελαστικοί εργαζόμενοι αναπτύσσουν μορφές πολιτικής και κοινωνικής συνείδησης πολύ διαφορετικές από εκείνες που προβλέπει ο κλασικός μαρξισμός. Όλα τα παραπάνω υποδεικνύουν την αναγκαιότητα επαναπροσδιορισμού τόσο της αστικής τάξης όσο και του προλεταριάτου. Σχετικά με την εθνική κυριαρχία και το εθνικό κράτος η θεωρία της αυτοκρατορίας ισχυρίζεται ότι και τα δύο εξαφανίζονται σταδιακά γεγονός που οδηγεί στην πλήρη καπιταλιστική ενιαιοποίηση του κόσμου, πράγμα που για τους Νέγκρι και Χαρντ αποτελεί βασική προϋπόθεση για την μετάβαση στον κομμουνισμό. Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μετατροπή του ιμπεριαλισμού αλλά το οριστικό του τέλος. Είμαστε -λένε- οι Negri και Hardt σε μια αυτοκρατορική εποχή δίχως ιμπεριαλισμό, σε μια παγκοσμιοποιημένη αυτοκρατορία, αποεδαφοποιημένη (σ.σ. δίχως εθνικό κέντρο) της οποίας οι ΗΠΑ δεν είναι το κυρίαρχο κέντρο αλλά μόνο ένα είδος ένοπλης αστυνομίας. Δεν πρέπει να συγχέεται ο ισχυρισμός των Negri και Hardt περί πλήρους καπιταλιστικής ενοποίησης του κόσμου με την ιδέα της Προόδου. «Σήμερα ελάχιστοι υιοθετούν την ιδέα της προόδου που συνεπάγεται επίσης την υιοθέτηση τέτοιων «προοδευτικών» συμπερασμάτων όπως το Μαρξιστικό συμπέρασμα για τον δήθεν «προοδευτικό» ρόλο της αποικιοκρατίας…», (Τάκης Φωτόπουλος, Παγκοσμιοποίηση και Αριστερά, Ελευθεροτυπία, 03/09/2002). Πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο. Το γεγονός ότι η αναπαραγωγή του καπιταλισμού στη φάση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης συνεπάγεται ταυτόχρονα την αναπαραγωγή των ιδιαίτερων αντιφάσεων της περιόδου αυτής. «Στην κατεύθυνση της καθιέρωσης εναλλακτικών οικονομικών σχέσεων συντείνουν πλέον και οι πραγματοποιούμενες αλλαγές στην παραγωγική δομή του κυρίαρχου συστήματος στο πλαίσιο της συντελούμενης παγκοσμιοποίηση, με την εμφάνιση και ανάπτυξη αφενός της τοπικοποίησης της παραγωγής και αφετέρου της επιχείρησης-δίκτυο», (Ch.-Alb. Michalet, σελ.118 και 189-190, στο Η. Νικολόπουλος και Σ. Σπυριούνη, Οικονομική της Διοίκησης, σελ. 85). Επομένως, οι σχέσεις ανάμεσα στο πολιτικό, το οικονομικό αλλά και το τοπικό, το περιφερειακό και το παγκόσμιο επαναπροσδιορίζονται σε νέα βάση ακριβώς λόγω της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης στην οικονομία. Ο επαναπροσδιορισμός αυτός «δίνει τη δυνατότητα εμφάνισης και εξάπλωσης νέων μορφών και σχέσεων, περισσότερο κοινωνικών και αλληλέγγυων», (Η. Νικολόπουλος και Σ. Σπυριούνη, Οικονομική της Διοίκησης, σελ. 85).


Σ.Δ.Ασβεστάς"Συσσώρευση, Παγκοσμιοποίηση και Οικονομική Κρίση"